Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

Τα είκοσι βήματα της Βασίλισσας

 

-Στην απέθαντη μνήμη του μπαμπά μου Σάκη -

Κρατιόμασταν χέρι χέρι και ανεβαίναμε βραδάκι την 8ης Μαίου. Ήμουν δεν ήμουν πέντε χρονών. Μάλλον με πήγαινες στου Μαρτίνοβιτς για σουτζουκάκια ή στο περίπτερο του Αχιλλέα, απέναντι από το Διονύσια, για παγωτό.

Ήμασταν μόνοι, οι δύο μας, στις Σέρρες εκείνη την μέρα. Η μαμά έλειπε μάλλον στις κόρες της τις μεγάλες στη Θεσσαλονίκη.

Μάλλον ήταν αρχές φθινοπώρου ή τέλος καλοκαιριού. Ίσως να ήταν και ντάλα καλοκαίρι, αλλά εσύ από την υπερπροστασία σου με έβαλες να κουβαλάω και το ζακετάκι μου το λευκό μαζί μου, στο χεράκι μου.

Ανεβαίναμε την 8ης Μαΐου. Χέρι χέρι. Με το ζακετάκι μου στο ένα μου χέρι  έσφιγγα το δικό σου με το άλλο χεράκι μου και έκανα βήματα μικρά να σε φτάσω και χαρούμενα και περήφανα πολύ.

Ανεβαίναμε την 8ης Μαίου και ένιωθα ότι όλος ο κόσμος μου ανήκε!!!!

Όμως, το ζακετάκι που με έβαλες να κουβαλώ μου την έδινε πολύ και ξάφνου αποφάσισα και χωρίς βέβαια να σε ρωτήσω, στο πάσαρα, να το κρατάς εσύ.

Σε αιφνιδίασα φαίνεται και προς μεγάλη μου έκπληξη το πήρες και το κουβάλησες για κάμποσα μέτρα, για κάμποσα βήματα. Ίσως και είκοσι, ίσως και πενήντα βήματα κάναμε ενώ εσύ κουβαλούσες το ζακετάκι μου το μικρό το λευκό στο ένα σου χέρι!!!! Κι από το άλλο κρατούσες εμένα, την μικρή σου, σφιχτά!!!

Μέχρι που «συνήλθες» και μου το ξαναπάσαρες (αχαχαχαχαχα!!!!) γλυκέ μου!!!!

Κι όμως, αυτά ήταν τα πιο ευτυχισμένα, το πιο περήφανα βήματα της ζωής μου. Τα είκοσι βήματα της βασίλισσας……..


Κυριακή 4 Απριλίου 2021

Στιγμιότυπα στον δρόμο: Ο σκύλος του Περιπτερά

Κάτι παράξενο και ανησυχητικό αντιλήφθηκα πάνω σου και κοντοστάθηκα όταν σε είδα. Στη γωνία του δρόμου, προσεκτικά έξω και κάτω από το πεζοδρόμιο, με δυσκολία να προσπαθείς στα τέσσερα να κάνεις κάτι που άλλοτε έκανες με ευκολία στα τρία, σηκώνοντας το τέταρτο με σκέρτσο στον αέρα. Μέσα στη ζέστη του καλοκαιριού και του τσιμέντου, σε μια μικρή γωνίτσα, τόσο διακριτικά μην τυχόν και ενοχλήσεις τους περαστικούς, να προσπαθείς να αποβάλεις τα λιγοστά σου, σκουρόχρωμα ούρα. Και αυτή η εικόνα σου με λύγισε. Για πόσο ακόμη θα σε παίρνει το βιαστικό μου μάτι να ξαπλώνεις έξω από το περίπτερο της γωνίας; Άραγε αξίζει να εύχομαι για πολύ ακόμη;

Γονάτισα μπροστά στην ανημπόρια σου αλλά και στη δική μου και όλων εκείνων που όσο και να μπορούν να αγαπούν βαθιά δεν έχουν καμία δύναμη να πάνε κόντρα στην ανελέητη φθορά της ύπαρξης/ των άλλων/ των αγαπημένων τους.

Με λύγισε η πραγματικότητα σεβάσμιε υπερήλικα σκύλε της γειτονιάς, που ο καλός περιπτεράς της γωνίας για χρόνια σε φροντίζει.

Και συνέχισα την πορεία μου στρέφοντας και πάλι προς την μεριά σου το βλέμμα, γεμάτη σεβασμό και δέος μπρος στην αγωνιώδη προσπάθειά σου. Και απομακρύνθηκα με αυτό το, γνώριμο πια, κάψιμο στην καρδιά και τη στιφή γεύση στο στόμα που αφήνει η μαρτυρία της αρχής του τέλους.

 

 15/7/2020

Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

Σκάκι Ανορθόδοξο

Αποφάσισα και αρχίζω.
Η θέση μου στο παιχνίδι
μονή και μόνη. 
Μία κίνηση εγώ.
Μία κίνηση για τον εαυτό μου.
Αποκλειστικά και μόνον.
Αν και δεν προχωρώ όσο θέλω,
όμως το κάνω όπως το θέλω.
Ευθύγραμμα ή τεθλασμένα ή
με διαγώνια πορεία.
Εσύ, όσο εγώ παίζω, είσαι απλά και μόνον
παρατηρητής.
Μετά από σκέψη
έρχεται και  η δική σου η σειρά.
Το βλέμμα μου καρφώνω
στους δύο κύκλους των ομόκεντρων
ματιών σου.
Να προκαταλάβω παλεύω
την επόμενή σου κίνηση.
Τη διάρθρωση της δικής σου
πορείας.
Και όσο εσύ παίζεις,
εγώ χαίρομαι.
Γιατί με κάθε σου κίνηση
μ' εμποδίζεις,
έστω, προσπαθείς
να με εμποδίσεις
να σε κερδίσω οριστικά.
τελειωτικά
και αμετάκλητα.

(Μ. Μ. κάπου στα 1984)

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013

Τα  έκλεισα όλα.
Και τη βαλίτσα μου
και το ραδιόφωνο
και την πτυσσόμενη καρέκλα
και την ντουλάπα.
Τα έκλεισα όλα.
Και το βιβλίο
και το σκάκι
και το σακίδιο
και το μολέσκιν με τις σημειώσεις.
Τα έκλεισα όλα.
Και το φως
και το νερό
και το τηλέφωνο
και το ιντερνετ
Τα έκλεισα όλα.
Και αίφνις
άνοιξε η σκέψη μου ξανά
φτερούγες.
Άνοιξα το καπάκι
κάθησα στο πιάνο.
Άρχισα να παίζω.
Να ξαναζω.